Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΥΜΝΟΣ
Σε όλες τις Αγιογραφήσεις ο Χριστός βαπτίζεται φέροντας συνήθως κάποιο
άσπρο ρούχο στη μέση ενώ το δεξί ή και τα δύο του χέρια ευρίσκονται ανατεταμενα
σε θέση ευλογίας.
Στις εκκλησίες συνηθίζουν κατά τη βάπτιση, συμβολικά να φορούν στους
βαπτισμένους ρούχα λευκά, ίδιο χρώμα με το ένδυμα που φορούσε ο χριστός κατά τη
βάπτιση του, «όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν,
Χριστόν ενεδύθητε»
Ενώ λοιπόν κατά τους συνηθέστερους εικονογραφικούς τύπους, έχουμε τον
Χριστό συνήθως να βαπτίζεται ενδεδυμένος με λευκό ρούχο στη μέση, κάποιες φορές
τον ευρίσκουμε κατά τα παλαιά πρότυπα εντελώς γυμνό.
Μια σπάνια Αγιογραφία με το Χριστό να βαπτίζεται εντελώς γυμνός,
ευρίσκεται στο μικρό αρχαίο ναό της Παναγίας της Χρυσελεούσης στη Χλώρακα.
Είναι Βυζαντινού ρυθμού και κτίστηκε τον 12ο ή 13ο αιώνα,
και ευρίσκεται στην κεντρική πλατεία της κοινότητας. Στον τρούλο και σε διάφορα
μέρη των τοίχων, αλλά ιδιαίτερα μέσα στο ιερό του ναού, ευρίσκονται σπάνιες
αγιογραφίες, και ανάμεσα τους σώζεται η μοναδική ίσως εικονογραφία στον κόσμο που κατά τα παλαιά πρότυπα ο
Χριστός βρίσκεται στον Ιορδάνη ποταμό εντελώς γυμνός, έχοντας λίγο διασταυρωμένα τα
πόδια του με σκοπό να καλύψει το φύλο με
ελαφριά στροφή.
Εξέχουσα απο τις άλλες Αγιογραφίες ως προς την τεχνοτροπία της και την
καλλιτεχνική της αξία, παριστά το Χριστό να στέκεται
στη μέση του Ιορδάνη γυμνός ντυμένος με την Αδαμική γυμνότητα, αποδίδοντας
τοιουτοτρόπως το ένδοξο ένδυμά του Παραδείσου με το οποίο θα έπρεπε να ενδύεται
η ανθρωπότητα. Το ένα του πόδι προβάλλει μπροστά για να δείξει την υπέρτατη
πρωτοβουλία του να βαπτιστεί από το Ιωάννη, αλλα και για να κρυψει την γυμνια
του η οποια αισχύνει ίσως τις σκέψεις των αμαρτολών.
Στην εκκλησία της Παναγίας της Χρυσελεούσης στη Χλώρακα, ο Χριστός είναι
γυμνός, εντελώς γυμνός. Ενώ αλλού του φορούν λευκό ρούχο, σ αυτή την Αγιογραφία
ο ζωγράφος χωρίς ηθικολογικές φοβίες και ενδοιασμούς για το γυμνό, σε μια
ύψιστη παράσταση του υιού του Θεού, αναπαραστά τη γύμνια της ανθρωπότητας χωρίς
η δική του γυμνότητα να προκαλεί, δηλώνοντας τοιουτοτρόπως πως δεν είναι
προκλητικοί οι δρόμοι που χαράσσει η Εκκλησία μας.
Είναι η ασκητική γυμνή παρουσίαση του σώματος του Θεανθρώπου που ζωγραφισμένος με κατανυκτικές γραμμές, αποτελεί την γυμνή αγιογράφηση της αναβάπτισης του ανθρώπου.
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Το
εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Βυζαντινού ρυθμού της Χλώρακας κτίστηκε τον 12ο αιώνα ίσως από βοσκούς οι
οποίοι δεν είχαν πολλές γνώσεις αρχιτεκτονικής και χρησιμοποίησαν πέτρες
έτοιμες πελεκητές, κυρίως από χαλάσματα αρχαίων κτισμάτων που ήταν διάσπαρτα
στην γειτονική περιοχή της Κάτω Πάφου.
Λέγεται
ακόμη ότι κτίστηκε από πλούσιο Μουσουλμάνο τσιφλικά που όριζε τον κάμπο κάτω
από το μικρό εκκλησάκι, και που βαφτίστηκε Χριστιανός μετά που του φανερώθηκε ο
Άγιος.
Στο
βιβλίο του Ιωάννου Π. Τσικνόπουλλου "Ιστορία της εκκλησίας της Πάφου
αναφέρονται τα εξής:
"ΚΓ.
Μονη Αι Νικολούδιν Χλώρακας: Πλησίον του Χωρίου Χλώρακα ευρίσκεται ο γοητευτικός
πολύ μικρός Μοναστηριακός Ναός του Αγίου Νικολάου. Ίχνη Αγιογραφίας επί του
βορείου τοίχου δικνείουν τον Άγιον Νικόλαον καί τόν βίον του… Περιουσία της
Μονής κατά τ'ο 1805 ήσαν 15 σκαλες περιβόλια πέριξ της εκκλησίας με δύο βρύσες
καί δένδρα, καί εις την γήν των Πετριδιών, προς την Έμπαν, χωράφια σκάλες 500(=
πεντακόσιαι)»...
Μια ιστορία λέει ότι στο αρχαίο παρεκκλήσι του Άη Νικόλα στη Χλώρακα που στέκει στην άκρη μοιανού κρεμμού, οι κάτοικοι έκτιζαν τοίχο για να προστατεύονται τα παιδιά τους όταν πήγαιναν να λειτουργηθούν. Αλλά όπως το γιοφύρι της Άρτας, έτσι και τούτο, το βράδυ χαλούσε. Οι κάτοικοι σε μια πεισματική συμπεριφορά τους, ολημερίς το έκτιζαν, αλλά το βράδυ γκρεμιζόταν. Ώσπου στο τέλος κατάλαβαν ότι το χαλούσε ο Άγιος γιατί ήθελε να έχει απρόσκοπτη θέα ολόκληρη τη θάλασσα. Από εκείνο τον καιρό, αντί για τοίχο, τοποθέτησαν κάγκελα, και τώρα ο Άγιος έχει απρόσκοπτη όλη τη θέα, ταυτόχρονα τα παιδιά προστατεύονται να μην πέφτουν στο γκρεμμό.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΧΡΥΣΕΛΕΟΥΣΗΣ
Ο ναος της
«Παναγίας της Χρυσελεούσας» ευρίσκεται στην κεντρική πλατεία της Χλώρακας,
είναι Βυζαντινού ρυθμού, και κτίστηκε μεταξύ 11ου και 13ο αιώνα. Σ αυτήν υπάρχει η μοναδική ίσως εικονογραφία στον κόσμο που κατά τα παλαιά πρότυπα
ο Χριστός βρίσκεται στον Ιορδάνη ποταμό εντελώς γυμνός, έχοντας λίγο διασταυρωμένα τα πόδια του με σκοπό να καλύψει το φύλο με ελαφριά στροφή.
Στην
εκκλησία της Παναγίας της Χρυσελεούσης υπήρχε πάνω στο αρχαίο τέμπλο του
εικονοστασίου η εικόνα της Παναγίας που είναι θαυματουργή και εξέχουσα απ όλες
τις άλλες ως προς την τεχνοτροπία της και την καλλιτεχνική της αξία και που
όταν κτίστηκε η μεγάλη εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοαιματούσης, μεταφέρθηκε
εκεί.
Πριν
πάρα πολύ καιρό ίσως κατά τον δωδέκατο αιώνα, μια ίδια εικόνα ακριβώς, ήταν
στην κατοχή μιας ευσεβούς πλούσιας οικογένειας που την είχαν τοποθετήσει μέσα
στην ιδιόκτητη εκκλησία τους και την τιμούσαν. Ύστερα από καιρό, μια μέρα που
ήταν γιορτή της Παναγίας, η κυρά του σπιτιού όταν πήγε να προσκυνήσει και να
ανάψει το καντήλι της, είδε με έκπληξη ότι η εικόνα έλειπε, και εξεπλάγη πολύ,
γιατί ήξερε πως κλέφτης δεν μπορούσε να μπει στο κτήμα της που ήταν καλά
περιφραγμένο και προφυλαγμένο. Ήταν σίγουρη ότι κανείς δεν την έκλεψε, και πως
κάτι άλλο είχε συμβεί. Ξεσήκωσε όλη την οικογένεια, το πρωσικό και τους
δούλους, και βάλθηκαν να ψάχνουν να την βρουν σε όλη την περιφέρεια. Ύστερα από κάμποσα μίλια
παρακάτω, την βρήκαν ακουμπισμένη σ ένα βράχο να κοιτάζει προς την δύση. Με
πολλή ανακούφιση την πήραν πίσω και την έβαλαν στη θέση της πανω στο
εικονοστάσι. Ήταν ο μήνας Αύγουστος, ήταν η μεγαλη γιορτή της Παναγίας, ήταν γι
αυτό που η καλή Χριστιανή κυρά του σπιτιού σκέφτηκε ότι δεν ήταν τυχαίο το
γεγονός που εσυνέβη. Με πολλη ευλάβεια προσευχήθηκε και παρακάλεσε την Παναγία να της
φανερώσει τι επιθυμούσε.
Πέρασαν
λίγες μέρες, ήρθε η 8η Σεπτεμβρίου η μέρα γέννησης της Θεοτόκου, οπότε συνέβηκε
πάλι το ίδιο θαύμα. Όλοι σίγουροι που θα βρουν το εικόνισμα, κίνησαν στο ίδιο μέρος όπου και
πράγματι βρήκαν την Παναγία ακουμπισμένοι στον ίδιο βράχο να κοιτάζει προς
δυσμάς. Σίγουροι για την επιθυμία της, απεφάσισαν πώς εκεί ήθελε να είναι, έτσι
χωρίς άλλη σκέψη απεφάσισαν και έκτισαν εκκλησία σε εκείνο το μέρος, και
τοποθέτησαν το εικόνισμα της στο εικονοστάσι βασιλεύουσα, και ονόμασαν την
εκκλησία Παναγία Χρυσελεούσα, λένε κάποιοι ότι είναι αυτή που υπάρχει σήμερα
στην κεντρική πλατεία της Χλώρακας.
Οι
τοίχοι της εκκλησίας της Παναγίας της Χρυσελεούσης της Χλώρακας ήταν ολόκληροι
τοιχογραφημένοι, εκ των οποίων εικονογραφήσεων σήμερα σώζονται αρκετές. Η
παράδοση θέλει η εικονογράφηση της εκκλησίας να γίνηκε από κάποιον σταυροφόρο
που κατοίκησε στην Πάφο, που θέλοντας να βρει συγχώρεση από την Παναγία και να
εξιλεωθεί γιατί δεν τη σεβάστηκε παλιότερα, διέθεσε πολλά χρήματα για να την
εικονογραφήσει.
Κατά
τα χρόνια του Ερρίκου Β΄ βασιλιά της Κύπρου και των Ιεροσολύμων (1285 - 1324,
οι Σταυροφόροι εκδιώχτηκαν από την Ανατολή και πολλοί κατέφυγαν στην Κύπρο.
Ένας
σταυροφόρος τυχοδιώκτης στην πορεία του για το πόλεμο στους Αγίους τόπους
λεηλάτησε μια Χριστιανική εκκλησία που ήταν αφιερωμένη στην Παναγία τη
Χρυσελεούσα. Έκλεψε ότι πολύτιμο υπήρχε, εκποίησε σε χρυσάφι ότι μάζεψε, και
όταν οι Σταυροφόροι εκδιώχθηκαν από τους Αγίους τόπους, αυτός ήρθε στην Κύπρο
και εγκαταστάθηκε στην Πάφο.
Όταν
πέρασαν πολλά χρόνια και γέρασε, αισθάνθηκε μεγάλη αρρώστια να τον κυριεύει,
πόνοι έζωναν το κορμί του και η ζωή του ήταν αφόρητη χωρίς να μπορούν οι
γιατροί να τον θεραπεύσουν. Θεωρώντας πως τον τιμωρούσε η Αγία Παναγία που
λεηλάτησε τον ναό της, αποφάσισε πως για εξιλέωση και συγχώρεση, έπρεπε ότι
πήρε να το δώσει πίσω. Προσέλαβε λοιπόν Αγιογράφους, και προσπάθησε όσες περισσότερες
εκκλησίες ήταν αφιερωμένες στην Παναγία τη Χρυσελεούσα, να τις Αγιογραφήσει…
Και πράγματι, όταν τέλειωσε η Αγιογράφηση της Παναγιας της Χρυσελεούσης στη Χλώρακα, η Παναγία ίσως τον συγχώρησε, γιατι ένα πρωί βρήκαν τον γέρο σταυροφόρο πεθαμένο ησυχασμένο και εν ειρήνη. Πολλοί είπαν πως τον λυπήθηκε η Παναγία και τον πόσπασε από τα βάσανα του.
ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει πως την πρώτη εικόνα την ζωγράφισε ο χριστός, όταν ο
-Η
χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι' εμού μετ' αυτών.
Σήμερα
οι τρεις άγιες εικόνες, βρίσκεται η μία στην Κύπρο στην Ιερά Μονή του Κύκκου, η
δεύτερη στην Πελοπόννησο στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, και η άλλη στη
Ρωσία.
Έκτοτε
και μέχρι σήμερα οι πιστοί συνηθίζουν να τοιχογραφούν τις εκκλησιές, με
αποτέλεσμα η τέχνη της Αγιογραφίας να αναπτυχθεί πλήρως και να αναδειχτούν ανά
τους αιώνες σπουδαίοι Αγιογράφοι και σπουδαίες Αγιογραφίες. Η Κύπρος είναι
διάσπαρτη από αρχαίες εκκλησίες τοιχογραφημένες περίτεχνα, που δυστυχώς όμως οι
περισσότερες Αγιογραφήσεις έχουν φθαρεί ή καταστραφεί από το πέρασμα των
χρόνων. Το τμήμα Αρχαιοτήτων αν και έχει αναλάβει τη συντήρηση τους, δυστυχώς
στις δυο αρχαίες εκκλησίες του Αγίου Νικολάου και Παναγίας Χρυσελεούσης που
ευρίσκονται στη Χλώρακα, τίποτα δεν έχει κάνει περί τούτου.
Είναι
εκκλησίες Βυζαντινού ρυθμού του 12ου αιώνα, με τους τοίχους παλαιότερα να
καλύπτονται από σπουδαίες Αγιογραφήσεις, και που σήμερα δυστυχώς, ελάχιστα ίχνη
έχουν μείνει από αυτές, αλλά έστω και ότι έχει απομείνει, είναι αξιόλογες
ζωγραφίσεις από σπουδαίους αλλά αγνώστους ζωγράφους.
Στην
εκκλησία της Παναγίας Χυσελεούσας διασώζονται δυο στηθαίες μορφές Αγίων εκ των
οποίων η μια παριστάνει την Αγία Κυριακή ενώ η άλλη έχει φθαρεί. Μια άλλη
απεικονίζει τον Άγιο Γεώργιο να σκοτώνει τον δράκοντα. Στον τρούλο είναι
σχεδιασμένος ο Παντοκράτορας, ενώ στην οριζόντια βάση του είναι αναγραμμένη η
φράση «ΣΤΕΡΕΩΣΟΝ ΚΥΡΙΕ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΗΝ ΕΚΤΙΣΩ ΤΩ ΤΙΜΙΩ ΣΟΥ ΑΙΜΑΤΙ ΟΥΡΑΝΟΣ
ΠΟΛΥΦΩΤΟΣ ΑΝΕΔΕΙΧΘΗ ΑΠΑΝΤΑ ΦΩΤΑΓΩΓΟΥΣΑ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΕΝ Ω ΕΣΤΩΤΕΣ ΚΑΤΑΥΓΑΖΩΜΕΝ
ΤΟΥΤΟΝ ΤΟΝ ΟΙΚΟΝ». Κάτω από τον τρούλο υπάρχουν τα Χερουβείμ, οι δώδεκα
Αποστόλοι, οι τέσσερις Ευαγγελιστές και ο Ιωάννης ο θεολόγος. Υπάρχουν επίσης
οι τοιχογραφίες της δευτέρας παρουσίας, του Χριστού ως δίκαιου κριτή, και ο
Άγιος Μηνάς καβάλα σε άλογο.
Στο ιερό υπάρχουν παραστάσεις της σκηνής του Ευαγγελισμού, της γεννήσεως, της σταυρώσεως, του Επιτάφιου θρήνου, της θυσίας του Αβραάμ, της βαπτίσεως του Χριστού, και της Παναγίας της Πλατυτέρας.
ΕΛΛΗΝΟΣΠΗΛΙΟΙ
Η ιστορία της Κύπρου είναι αρχαιοτάτη και έχει να επιδείξει πανάρχαιες καταβολές έως και πριν χιλιάδες χρόνια.
Κατά
την Ελληνιστική περίοδο κατά τη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασσικών χρόνων, οι
Φοίνικες κατακτητές εγκατέλειψαν τη Κυπρο και οι κάτοικοι στράφηκαν προς τους
Μακεδόνες Πτολεμαίους της Αιγύπτου. Έτσι από τον 3ο αιώνα π.Χ. το νησί
εξελληνίζεται πλήρως, περίοδο κατά την οποία άνθισαν οι τέχνες καθώς και η
ελληνική θρησκεία προς τους 12 θεούς του Ολύμπου με ιερά σε όλο το νησί και
μεγαλοπρεπείς τάφους στους οποίους θάβονταν οι άρχοντες και οι προεστοί του
τόπου.
Είναι
τάφοι που χρονολογούνται από τα Ελληνιστικά και πρώτα Ρωμαϊκά χρόνια
σκαλισμένοι σε βράχους που πολλοί από αυτούς μοιάζουν με κανονικά σπίτια, με
δωμάτια ταφής που ανοίγουν σε αίθρια περιστύλια. Μοιάζουν με τάφους που
βρέθηκαν στην Αλεξάνδρεια αποδεικνύοντας έτσι τις στενές σχέσεις μεταξύ των δύο
πόλεων στα Ελληνιστικά χρόνια.
Αυτοί
οι τάφοι ονομάστηκαν Ελληνόσπηλιοι ένεκα της Ελληνιστικής περιόδου, καθώς και
τάφοι των βασιλέων ένεκα του μεγέθους και της μεγαλοπρέπειας τους. Ήταν τάφοι
στους οποίους ενταφιάζονταν μέλη της αριστοκρατίας της Πάφου, και όχι
Βασιλιάδες.
Στη
δυτική πλευρά της πόλεως της Πάφου κοντά στη θάλασσα ευρίσκεται ένα μεγάλο
σύμπλεγμα από αυτούς τους τάφους, οι περίφημοι «Τάφοι των Βασιλέων» που πήραν
το όνομα τους εξ αιτίας της μεγάλης μεγαλοπρέπειας με την οποία είναι
κατασκευασμένοι. Είναι σκαμμένοι μέσα σε συμπαγείς βράχους, και χρονολογούνται
τον 4 π.Χ. αιώνα. Παρόμοιοι τάφοι ευρίσκονται κατάσπαρτοι σε πολλές περιοχές σε
ολόκληρη την επαρχία της Παφου.
Στη
Χλώρακα στην περιοχή «Ροδαφίνια» και στην πλευρά της λεωφόρου
"Χλώρακας" προς τη μεριά του χωριού, υπάρχει ένας παρόμοιος τάφος ο
Ελληνόσπηλιος, ο οποίος είναι λαξευτός μέσα στη γη. Δεν έχει τη μεγαλοπρέπεια
και την ωραιότητα των τάφων της Κάτω Πάφου, αλλά είναι αρκετά μεγάλος και
ανεκτίμητης αξίας με αίθριο και εισόδους σε νεκρικούς θαλάμους σκαμμένους σε
σκληρή και συμπαγή πέτρα. Σε αυτόν ανακαλύφθηκαν αρχαία αντικείμενα ανεκτίμητης
αξίας, εκ των οποίων σώζεται Ρωμαϊκή μαρμάρινη σαρκοφάγος με κάλυμμα που σήμερα
κοσμεί το προαύλιο του Μουσείου Πάφου.
Στη
Χλώρακα επίσης, λίγα μέτρα από την κεντρική πλατεία ευρίσκεται ακόμα ένας
Ελληνόσπηλιος μέσα στο έδαφος, με την είσοδο του κλειστή από χώματα. Είναι
φυσικό σπήλαιο που στα τοιχώματα του έσκαψαν νεκρικούς θαλάμους όπου μάλλον σ
αυτούς ενταφιάστηκαν άσημοι άρχοντες. Μέσα σε έναν από αυτούς ανευρέθηκε από
παλαιόν κάτοικο, σαρκοφάγος με κάλυμμα που πάνω του υπάρχει ανάγλυφο σώμα
ωραιότατης γυναικός σπουδαιοτάτου κάλλους, που την πούλησε δυστυχώς σε
αρχαιοκάπηλους. Εικάζεται πως ευρίσκεται σε ιδιωτικό μουσείο της Νέας Υόρκης.
Επίσης σε άλλον βρέθηκε χρυσή ζώνη πολεμιστή που και αυτή δυστυχώς πουλήθηκε σε
αρχαιοκάπηλους στο ποσό των πέντε λιρών στην εποχή περίπου του μεσοπολέμου, ενώ
σε τρίτο βρέθηκε λαμπιόνια που επίσης κανείς δεν γνωρίζει που ευρίσκεται. Είναι
μαρτυρίες ζώντων μέχρι πρότινος κατοίκων της κοινότητας που έζησαν την εποχή
εκείνη, και που μου εφανέρωσαν κατά τη διάρκεια ερευνάς μου.
Είναι βέβαιο πως η περιοχή της Χλώρακας στην αρχαιότητα υπαγόταν στο βασίλειο της Πάφου, αλλά τα μόνα που παρέμειναν στις σημερινές ημέρες να μας το ενθυμίζουν, είναι οι δύο Ελληνόσπηλιοι οι οποίοι ευρίσκονται σε ιδιωτικές περιουσίες.
Η ΠΑΛΙΑ ΒΡΥΣΗ
Είναι κτισμένη στα νότια της Χλωρακας, δίπλα απο πυκνοκατοικημένη περιοχή. Απο αυτήν έπινε όλο το χωριό. Και επειδή χρησιμοποιοταν συνεχώς ο πιο πανω ο Όρος, της έμεινε και για όνομα.
ΤΟ ΑΔΡΑΧΤΙ ΤΗΣ ΡΗΓΑΙΝΑΣ
Ο Διενής έκαμε τότε το πετραύλακον τζαι έφερε τό νερόν που την Τάλαν. Η Ρήαινα, άμα έφερε τό νερόν, εμετάνωσεν τζιαι γέλασε του Διενή. Τότες ο Διενής εθύμωσεν. Εστάθηκεν πάνω στόν Μούτταλλον (λόφον του Κτήματος) τζιαι πήρεν μιαν πέτραν τζιαι έρριψεν της την. Τζιαί η πέτρα στέκει ώς την σήμερον δίπλα που τον άην αγαπητικόν τσιαι Μισητικόν, τζιαί φέρει πάνω την σπαθκιάν του Διενή. Ή πέτρα έν τής έμπλασεν. Η Ρήαινα εθύμωσεν τζιαί τζιείνη τζιαί έρριψεν του τ' άδράχτιν της, μά έν του έμπλασεν. Τσιαι το αδράχτιν έππεσεν κάτω που τον Μούτταλον, μέσα σ ένα χωράφι της Γλώρακας
ΤΟ ΑΥΛΑΚΙ ΤΗΣ ΡΗΓΑΙΝΑΣ
Στα παράλια της Χλώρακας σώζονται τα απομεινάρια του πέτρινου αυλακιού που έφερνε το νερό από από την Τάλα, στο παλάτι της Ρήγαινας, στα Παλιόκαστρα. Στα σύνορα Χλώρακας - Λέμπας σώζεται ο πύργος που πάνω σε αυτόν ήταν κτισμένο και στηριγμένο το αυλάκι. Στη συνοικία του Μουττάλου μέσα στην αυλή του Τούρκικου σχολείου ευρίσκεται το αδράχτι της Ρήγαινας, και στην Κάτω Πάφο δίπλα στους Αγίους Αγαπητικό και Μισητικό, ευρίσκεται ριγμένη η θεόρατη πέτρα του Διγενή. Ο θρύλος λέει πως ο ήρωας Διγενής Ακρίτας άκουσε για την ομορφιά της, και θέλοντας να την γνωρίσει όταν πέρασε από τα μέρη της Πάφου, βλέποντας την την αγάπησε.
Μα
η πονηρή βασίλισσα που δεν ήθελε για σύζυγο της ανώτερο της να τη διατάσσει,
για να τον αποφύγει του ζήτησε να αποδείξει την αξία του πραγματοποιώντας έναν
άθλο. Του ζήτησε να φέρει νερό από τη μακρινή Τάλα για να ποτίζουν οι υπήκοοι
της τα ζαχαροκάλαμα και τα τεύτλα.
Μα
ο Διγενής που δέχτηκε την πρόκληση της, ήταν υπεράνθρωπος και προς μεγάλη
δυσαρέσκεια της έκτισε ένα μακρύ αυλάκι και έφερε το νερό στους αγρούς και
πότισε όλη την παραλιακή πεδιάδα.
Σκέφτηκε
τι να κάμει η Ρήγαινα να τον αποφύγει, και αποφάσισε να μπει σε ένα πλοίο να
φύγει λίγο καιρό μέχρι να βαρεθεί και να εγκαταλείψει τη Κύπρο, να πάει στη
χώρα του και στη δουλειά του.
Μα
ο Διγενής οργίστηκε και ανεβαίνοντας στο ψήλωμα της Βίκλας στο Μούτταλο, άρπαξε
μια μεγάλη πέτρα και την έριξε στο καράβι να το βουλιάξει και να την πνίξει
μέσα στα αλμυρά νερά της θάλασσας. Για καλή της τύχη η πέτρα έπεσε λίγο πριν τη
θάλασσα, και μέχρι σήμερα ευρίσκεται εκεί δίπλα στον Άη Αγαπητό και Μισητό, και
ονομάζεται η πέτρα του διγενλη, και φέρει πάνω του τη σπαθιά του Διγενή, καθώς
πάνω της είναι το σημάδι όταν την χτύπισε
με το σπαθί του για να την ξεκολλήσει και να την ρίξει στο πλοίο.
Μα
η αντρειωμένη Ρήγαινα οργίστηκε, και ως δεινή και δυνατή
πολεμίστρια, άρπαξε ένα θεόρατο κίονα και του τον έριξε και αυτή να τον
σκοτώσει. Έπεσε κάτω από το λόφο που στεκόταν σε ένα χωράφι της Χλώρακας που
ανήκε στον Νικόλα Αλεξάνδρου. Ο κίονας είχε
ύψος τέσσερα μέτρα και διάμετρο ένα, και ονομάστηκε από
τους κατοπινούς αδράχτι της Ρήγαινας, καθώς στην κορφή είχε μια συμμετρική
σφαίρα, που του έδινε τη
μορφή ίδιο με γιγαντιαίο αδράχτι. Υπήρχε φυτεμένο μέσα στη γη στον ίδιο αγρό
μέχρι το 1963 περίπου που αρχίνισαν οι διακοινοτικές ταραχές μεταξύ Ελλήνων και
Τούρκων, οπότε οι Τουρκοκύπριοι το έκλεψαν και το τοποθέτησαν στην αυλή του
σχολείου τους στο κέντρο της συνοικίας του Μουττάλου.